Σπισισμός και εκπαίδευση

Το σχολείο, κομμάτι μιας ανθρώπινης κοινωνίας που σε πολύ μεγάλο βαθμό αντιμετωπίζει τα άλλα ζώα και τη γη ως περιουσία, διαθέσιμα προς εκμετάλλευση, δεν μπορεί παρά να αντανακλά και να αναπαράγει σε όλο της το εύρος αυτήν την αντίληψη. Μετά από την ιδιοκτησία της γης (το σπίτι «μου», το χωράφι «μου») η έννοια της περιουσίας επεκτείνεται και στα υπόλοιπα ζωντανά όντα, και πρωτοπαρουσιάζεται στα ανοιχτά παιδικά μυαλά μέσα στην τάξη, για να συνεχιστεί σταδιακά στις κοινωνικές, εργασιακές και διαπροσωπικές σχέσεις.

Το εκπαιδευτικό σύστημα επικεντρώνεται στη χρηστική αξία των έμβιων όντων για τον άνθρωπο είτε άμεσα ως τροφή, είτε έμμεσα ως αντικείμενο εκμετάλλευσης και τα κατατάσσει ανάλογα με την «ανάγκη» που εξυπηρετούν. Έτσι τα «κατοικίδια» υπάρχουν για να μας κάνουν παρέα, και όπως, προωθούν εκτροφείς και όλο το συναφές σύστημα εκμετάλλευσης, πρέπει να είναι βέβαια «ράτσας», καθαρόαιμα, και να κοστολογούνται άνω των 400 ευρώ. Τα υπόλοιπα που ζουν στο δρόμο και δεν εξυπηρετούν αυτό το σκοπό, θεωρούνται παράσιτα, εστίες μόλυνσης, και επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία και τους γονείς που τραβάνε τα παιδιά μακριά τους, και στειρώνονται μαζικά, μαντρώνονται ή εξαφανίζονται με δημοτική εντολή μαζί με τους άλλους άστεγους ή άλλους ανεπιθύμητους πριν από κάθε μεγάλη φιέστα ή στις προσπάθειες «αναβάθμισης μιας περιοχής».

Ακολουθούν τα «παραγωγικά» για να μας «δίνουν» τροφή και ρούχα, και βέβαια χρήματα ως εμπορεύματα, ενώ παραβλέπεται η αναφορά στην αιχμαλωσία, στην αναγκαστική τεχνητή γονιμοποίηση, στη φυσική τους ζωή, όπως θα ήταν έξω από τα μαζικά εκτροφεία, ή στα χημικά με τα οποία συντηρείται το νεκρό δέρμα τους, και βέβαια στις επιπτώσεις στην υγεία όσων τα επεξεργάζονται για να θησαυρίζουν οι γουνέμποροι. Τα «πειραματόζωα» στην τριτοβάθμια πια εκπαίδευση, που τεμαχίζονται γιατί από ότι φαίνεται μας μοιάζουν αρκετά για να εξάγουμε ιατρικά συμπεράσματα, και για να κάνουν εξάσκηση πάνω τους οι φοιτητές βιολογίας και ιατρικής, αλλά όχι αρκετά για να μην θεωρείται η ζωή τους αναλώσιμη και να κερδίζουν ευρώ ανά κεφάλι οι προμηθευτές και οι φαρμακοβιομηχανίες. Και βέβαια τα «άγρια», αυτά που δεν μπορούν να εξημερωθούν και, μέσα σε βαθύ παραλογισμό αντιφάσεων, μαγευόμαστε από την ομορφιά και την ανεξαρτησία τους, τα κυνηγάμε ως γκουρμεδιές, ή τα κλείνουμε με κάγκελα και φράχτες όλων των ειδών, για να τα επισκέπτονται εκδρομές με εισιτήριο σε «κήπους» και «πάρκα» στο πλαίσιο της «περιβαλλοντικής εκπαίδευσης». Περνώντας το μήνυμα ότι η θέση κάποιων είναι μέσα σε κλουβιά, αποκομμένοι από το φυσικό και κοινωνικό τους περιβάλλον, και ότι αν τους βγάλουμε έξω θα μας δαγκώσουν. Όταν κάποια κοντεύουν να εξαφανιστούν, και αν έχουμε χρόνο, αναλογιζόμαστε ίσως τις συνέπειες, και πάλι σύμφωνα με την οικολογική μόδα που θέλει πάντα να προβάλλει ως κύριο επιχείρημα τις συνέπειες στον άνθρωπο και όχι την αυτοδιάθεση κάθε ζωντανού όντος.

Τοποθετώντας τον άνθρωπο στο κέντρο του σύμπαντος ηθικά, πολιτικά, φιλοσοφικά, θρησκευτικά και επιστημονικά, το σχολείο μαζί με την οικογένεια συχνά μας μαθαίνει από μια ιδιαίτερα κρίσιμη ηλικία ότι άλλο άνθρωπος, και άλλο ζώο. Ακόμα και η ίδια η μελέτη των μη ανθρώπινων ζώων κατατάσσεται ως αντικείμενο μόνο των φυσικών (βιολογία) και όχι των κοινωνικών επιστημών παρά το γεγονός ότι έχουν κοινωνική οργάνωση, συμπεριφορές και νοητικές λειτουργίες που είναι κοινές και συχνά πιο εντυπωσιακές από τις «δικές μας». Μαθητές, φοιτητές και εκπαιδευτικοί στη συντριπτική τους πλειοψηφία αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο και τα υπόλοιπα είδη ως δύο ξεχωριστές ομάδες που μελετώνται και συζητιούνται σε διαφορετικό πλαίσιο, με διαφορετική ορολογία και διαφορετικά συστήματα αξιών.

Τον ανθρωποκεντρισμό ακολουθεί ο σπισισμός (από το species=είδος). Όπως ο εθνικισμός, ο σεξισμός και ο ρατσισμός, ο σπισισμός επικεντρώνεται στις διαφορές και παραβλέπει τις ομοιότητες μεταξύ του υποκειμένου και αντικειμένου της διάκρισης, εξηγεί και επικυρώνει ότι η κοινωνία χρησιμοποιεί ένα άσχετο κριτήριο για να καθορίσει γιατί πρέπει να διαχωρίζεται από το διαφορετικό. Στην περίπτωση του σπισισμού το κριτήριο είναι το είδος, όπως στις άλλες περιπτώσεις η καταγωγή και το φύλο. Έτσι ανακηρύσσουν κάποια είδη κατώτερα, όπως οι άρχοντες τους δούλους, όπως οι ναζί τους εβραίους, τους ρομά και τα άτομα με κινητικά προβλήματα, όπως οι φασίστες τους «ξένους», τους μετανάστες, όσους δείχνουν αλληλεγγύη σε αυτούς και όσους διαφωνούν με τους ίδιους. Στην περίπτωση των άλλων ζώων «οι ειδικοί», χρηματοδοτούμενοι από φαρμακοβιομηχανίες και μεγαλοεργαστήρια, έρχονται να στηρίξουν αυτήν την αντίληψη με ανθρωποκεντρικά τεστ νοημοσύνης, συναισθημάτων και συνείδησης, για να αποδείξουν την «ανεπαρκή» επίδοση κάποιων ειδών και να δικαιολογήσουν έτσι την απαλλαγή τους από φυσικά δικαιώματα και αξίες.

Η επιμονή της κυριαρχίας να διαχέει μεθοδευμένα στην κοινωνία αντιλήψεις που βλέπουν τα μη ανθρώπινα ζώα ως αντικείμενα, και η αδράνεια της κοινωνίας, η οποία οφείλεται εν μέρη στη δύναμη της συνήθειας, πετυχαίνουν να συντηρούν και να αυξάνουν τα κέρδη της φαρμακοβιομηχανίας, της βιομηχανίας κρέατος και γάλακτος, της βιομηχανίας ένδυσης και διασκέδασης, με τεράστιες κοινωνικές, ηθικές, φιλοσοφικές και οικονομικές προεκτάσεις. Η ανθρωποκεντρική αντίληψη, ενισχυμένη και από την εκπαίδευση, έχει εμποτίσει σχεδόν κάθε ιδεολογία, η οποία με τη σειρά της ενισχύει αυτή την αντίληψη, συντηρώντας έτσι ένα φαύλο κύκλο.

Η αλλαγή της θεώρησης των μη ανθρώπινων ζώων στην εκπαίδευση προϋποθέτει και συνεπάγεται ριζικές αλλαγές στην κοινωνία, στην καθημερινότητα μας, στο πώς αντιλαμβανόμαστε τις μεταξύ μας σχέσεις, στο πώς στεκόμαστε δίπλα ή απέναντι σε καθέναν, ανεξαρτήτως είδους, φύλου, χρώματος, καταγωγής, εμφάνισης, σεξουαλικών προτιμήσεων, ευφυΐας, οξύτητας αισθήσεων, προβοσκίδας ή ουράς. Μέχρι τότε, η ανατροπή της αντίληψης που διαμορφώνεται στο σχολείο για τα μη ανθρώπινα ζώα και κατ’ επέκταση για την αυτοδιάθεση κάθε έμβιου όντος, επαφίεται στην πολιτική αντίληψη και στη διάθεση αμφισβήτησης των «φορεμένων» αξιών και συνηθειών καθενός και καθεμιάς από μας.

Αλογόμυγες

…ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

…ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΕΣ/ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ/ΟΙ

Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Άπατρις (φύλλο 20, σελ. 16)